Ἄποικος — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄποικος — away from home masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άποικος — Μυθολογικό πρόσωπο, απόγονος του Μελάνθου. Επικεφαλής Ιώνων αποίκων εγκαταστάθηκε στην παραλιακή πόλη της Λυδίας Τέω, μέχρι τότε αποικία των Ορχομενίων Μινύων. Το παράδειγμά του ακολούθησαν και άλλοι Ίωνες και Βοιωτοί, οι πρώτοι με αρχηγούς τους… … Dictionary of Greek
άποικος — ο αυτός που κατοικεί μακριά από την πατρίδα του ή την αρχική του πατρίδα: Όσοι πήγαιναν να κατοικήσουν στην ιδρυόμενη από τη μητρόπολη αποικία λέγονταν άποικοι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἄποικον — ἄποικος away from home masc/fem acc sg ἄποικος away from home neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀποίκοις — Ἄποικος masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποίκοις — ἄποικος away from home masc/fem/neut dat pl ἀποίκοις , ἀφικνέομαι arrive at aor opt act 2nd sg ἀπεοικώς to be unlike perf opt act 2nd sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀποίκου — Ἄποικος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποίκου — ἄποικος away from home masc/fem/neut gen sg ἀποί̱κου , ἀφικνέομαι arrive at aor ind mid 2nd sg (attic epic doric) ἀποίκου , ἀφικνέομαι arrive at aor ind mid 2nd sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀποίκους — Ἄποικος masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποίκους — ἄποικος away from home masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)